Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο
Η εκφύλιση του προμετωπιαίου φλοιού του εγκεφάλου, συνέπεια της γήρανσης, επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα του ύπνου που με τη σειρά της δυσχεραίνει την λειτουργία της μνήμης, αποφαίνεται αμερικανική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Nature Neuroscience.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια με επικεφαλής τον Δρ Μπράις Μάντερ έκαναν τεστ μνήμης σε δύο ομάδες εθελοντών ρίχνοντας φως στο ερώτημα γιατί οι ηλικιωμένοι δεν έχουν ούτε καλή ποιότητα ύπνου, αλλά ούτε και μνήμη.
Οι εθελοντές χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: στην πρώτη εντάχθηκαν 18 άτομα με μέση ηλικία τα 20 έτη και στη δεύτερη 15 άτομα, μέσης ηλικίας 70 ετών. Οι συμμετέχοντες έπρεπε να θυμηθούν ζεύγη λέξεων μερικά λεπτά αφότου τις είχαν δει, καθώς και την επόμενη ημέρα αφού είχαν κοιμηθεί. Κατά τη διάρκεια του ύπνου γινόταν καταγραφή της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου μέσω ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος.
Οι ηλικιωμένοι είχαν χειρότερη μνήμη από τους νέους (κατά 25% έως 55%), καθώς επίσης σημαντικά μειωμένη λειτουργία των εγκεφαλικών κυμάτων στο στάδιο του βαθέως ύπνου.
Όσο πιο μειωμένη ήταν η εγκεφαλική δραστηριότητα στον ύπνο, τόσο χειρότερη ήταν η μνήμη των ηλικιωμένων. Η μελέτη ακόμα έδειξε ότι η μείωση της εγκεφαλικής δραστηριότητας και της μνήμης σχετιζόταν άμεσα με τον βαθμό συρρίκνωσης της φαιάς ουσίας στην περιοχή του μέσου προμετωπιαίου φλοιού (πίσω από το κέντρο του μετώπου).
«Γνωρίζουμε εδώ και δεκαετίες ότι ο ύπνος διαταράσσεται στους ηλικιωμένους, όμως δεν ξέραμε γιατί. Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η εκφύλιση του εγκεφάλου, η κακή μνήμη και ο άσχημος ύπνος δεν είναι ανεξάρτητα πράγματα, αλλά αντίθετα συσχετίζονται σε σημαντικό βαθμό» εξηγεί ο Δρ Μάντερ.
Είναι γνωστό ότι ο καλός ύπνος ενισχύει τις νέες αναμνήσει, ενώ τα χαμηλής ταχύτητας εγκεφαλικά κύματα βοηθάνε στην μεταφορά των πληροφοριών από τον ιππόκαμπο όπου σχηματίζονται, σε άλλα μέρη του εγκεφάλου όπου αποθηκεύονται μακροχρόνια.
Η νέα μελέτη δείχνει ότι η φυσιολογική εκφύλιση του προμετωπιαίου φλοιού λόγω γήρανσης μειώνει τα αργά εγκεφαλικά κύματα που υπάρχουν κατά το στάδιο του βαθέως ύπνου, με συνέπεια οι ηλικιωμένοι να δυσκολεύονται να μεταφέρουν τις πληροφορίες προς αποθήκευση. Η τελική συνέπεια είναι η αδυναμία διατήρησης πληροφοριών στον εγκέφαλο επί πολύ χρόνο και η απώλεια της μνήμης.
Πέρυσι, μια άλλη έρευνα, με επικεφαλής τη νευροφυσιολόγο Δρ Ροξάν Στερνίτσουκ του Πανεπιστημίου Νταλουζί στον Καναδά, παρουσίασε προκαταρκτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία η διαταραχή του ύπνου μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια την εκδήλωση της νόσου Αλτσχάιμερ.
«Η επιδείνωση της ποιότητας του ύπνου είναι ακόμα πιο έντονη στην περίπτωση της νόσου Αλτσχάιμερ, συνεπώς το επόμενο βήμα θα ήταν να δούμε αν η διαταραχή του ύπνου σε αυτούς τους ανθρώπους σχετίζεται με τα συμπτώματα απώλειας μνήμης. Αν όντως αυτό συμβαίνει, η βελτίωση του ύπνου θα μπορούσε να επιβραδύνει αυτή την απώλεια» εξηγεί ο Δρ Μάντερ.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια με επικεφαλής τον Δρ Μπράις Μάντερ έκαναν τεστ μνήμης σε δύο ομάδες εθελοντών ρίχνοντας φως στο ερώτημα γιατί οι ηλικιωμένοι δεν έχουν ούτε καλή ποιότητα ύπνου, αλλά ούτε και μνήμη.
Οι εθελοντές χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: στην πρώτη εντάχθηκαν 18 άτομα με μέση ηλικία τα 20 έτη και στη δεύτερη 15 άτομα, μέσης ηλικίας 70 ετών. Οι συμμετέχοντες έπρεπε να θυμηθούν ζεύγη λέξεων μερικά λεπτά αφότου τις είχαν δει, καθώς και την επόμενη ημέρα αφού είχαν κοιμηθεί. Κατά τη διάρκεια του ύπνου γινόταν καταγραφή της ηλεκτρικής δραστηριότητας του εγκεφάλου μέσω ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος.
Οι ηλικιωμένοι είχαν χειρότερη μνήμη από τους νέους (κατά 25% έως 55%), καθώς επίσης σημαντικά μειωμένη λειτουργία των εγκεφαλικών κυμάτων στο στάδιο του βαθέως ύπνου.
Όσο πιο μειωμένη ήταν η εγκεφαλική δραστηριότητα στον ύπνο, τόσο χειρότερη ήταν η μνήμη των ηλικιωμένων. Η μελέτη ακόμα έδειξε ότι η μείωση της εγκεφαλικής δραστηριότητας και της μνήμης σχετιζόταν άμεσα με τον βαθμό συρρίκνωσης της φαιάς ουσίας στην περιοχή του μέσου προμετωπιαίου φλοιού (πίσω από το κέντρο του μετώπου).
«Γνωρίζουμε εδώ και δεκαετίες ότι ο ύπνος διαταράσσεται στους ηλικιωμένους, όμως δεν ξέραμε γιατί. Τα ευρήματά μας δείχνουν ότι η εκφύλιση του εγκεφάλου, η κακή μνήμη και ο άσχημος ύπνος δεν είναι ανεξάρτητα πράγματα, αλλά αντίθετα συσχετίζονται σε σημαντικό βαθμό» εξηγεί ο Δρ Μάντερ.
Είναι γνωστό ότι ο καλός ύπνος ενισχύει τις νέες αναμνήσει, ενώ τα χαμηλής ταχύτητας εγκεφαλικά κύματα βοηθάνε στην μεταφορά των πληροφοριών από τον ιππόκαμπο όπου σχηματίζονται, σε άλλα μέρη του εγκεφάλου όπου αποθηκεύονται μακροχρόνια.
Η νέα μελέτη δείχνει ότι η φυσιολογική εκφύλιση του προμετωπιαίου φλοιού λόγω γήρανσης μειώνει τα αργά εγκεφαλικά κύματα που υπάρχουν κατά το στάδιο του βαθέως ύπνου, με συνέπεια οι ηλικιωμένοι να δυσκολεύονται να μεταφέρουν τις πληροφορίες προς αποθήκευση. Η τελική συνέπεια είναι η αδυναμία διατήρησης πληροφοριών στον εγκέφαλο επί πολύ χρόνο και η απώλεια της μνήμης.
Πέρυσι, μια άλλη έρευνα, με επικεφαλής τη νευροφυσιολόγο Δρ Ροξάν Στερνίτσουκ του Πανεπιστημίου Νταλουζί στον Καναδά, παρουσίασε προκαταρκτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία η διαταραχή του ύπνου μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια την εκδήλωση της νόσου Αλτσχάιμερ.
«Η επιδείνωση της ποιότητας του ύπνου είναι ακόμα πιο έντονη στην περίπτωση της νόσου Αλτσχάιμερ, συνεπώς το επόμενο βήμα θα ήταν να δούμε αν η διαταραχή του ύπνου σε αυτούς τους ανθρώπους σχετίζεται με τα συμπτώματα απώλειας μνήμης. Αν όντως αυτό συμβαίνει, η βελτίωση του ύπνου θα μπορούσε να επιβραδύνει αυτή την απώλεια» εξηγεί ο Δρ Μάντερ.
health.in.gr, ΑΠΕ-ΜΠΕ