Θεσσαλονίκη
Πολύ πάνω από τις ανώτατα όρια ανεβαίνει η συγκέντρωση επικίνδυνων σωματιδίων σε σπίτια που χρησιμοποιούν τζάκια και ξυλόσομπες για θέρμανση, δείχνει έρευνα του ΑΠΘ σε σχετικά μικρό αριθμό νοικοκυριών στη Θεσσαλονίκη.
Η αποπνικτική ατμόσφαιρα που ενοχλεί τις τελευταίες εβδομάδες τους κατοίκους της Αθήνας και άλλων πόλεων αποδίδεται στην αυξημένη χρήση καυσόξυλων, λόγω της κρίσης και της αυξημένης τιμής του πετρελαίου. Σποραδικές μετρήσεις δείχνουν υπέρβαση των ορίων σε ορισμένες κατηγορίες αιωρούμενων σωματιδίων, ωστόσο μέχρι στιγμής δεν έχουν ανακοινωθεί αποτελέσματα συστηματικών επιστημονικών μελετών.
Η αδημοσίευτη έρευνα του ΑΠΘ, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος TRANSPHORM για την ατμοσφαιρική ρύπανση και τις επιπτώσεις στην υγεία, είναι μια από τις πρώτες που διερευνά άμεσα το πρόβλημα.
Από το περασμένο καλοκαίρι, οι ερευνητές του εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών πραγματοποίησαν μετρήσεις σωματιδίων σε περίπου 30 σπίτια της Θεσσαλονίκης όπου λειτουργούσαν τζάκια και ξυλόσομπες.
Τα αποτελέσματα δείχνουν μια αύξηση της μέσης συγκέντρωσης σωματιδίων στον αέρα εσωτερικών χώρων ύστερα από μόλις 2-3 ώρες λειτουργίας του τζακιού. Η μέση τιμή για τα σωματίδια με διάμετρο 2,5 μικρόμετρα (PM2,5) υπολογίστηκε στα 50 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα, ενώ το όριο ασφάλειας που θέτει η κοινοτική νομοθεσία είναι μόλις 20 μg/m3. Για τα σωματίδια PM10, η μέση τιμή ήταν 90 μg/m3 με όριο τα 40 μg/m3
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η αύξηση που παρατηρείται στον αριθμό των πιο λεπτόκοκκων σωματιδίων. «Τα υπέρλεπτα αιωρούμενα σωματίδια είναι και τα πιο επικίνδυνα για την υγεία γιατί, λόγω της μικρής τους διαμέτρου, μπορούν να εισχωρήσουν βαθιά στους πνεύμονες» επισημαίνει ανακοίνωση του εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής. Μάλιστα τα μικρότερα από αυτά τα σωματίδια μπορούν να περάσουν από τους πνεύμονες στο αίμα και να προκαλέσουν και καρδιαγγειακά προβλήματα εκτός από αναπνευστικά.
«Αν υπολογίσουμε μάλιστα και το γεγονός ότι πολλοί καταφεύγουν στην καύση ξύλων εμποτισμένων με χημικά, μιλάμε για έγκλημα που γίνεται μέσα στα σπίτια σε βάρος του εαυτού μας αλλά και των ίδιων μας των παιδιών" επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος χημικών μηχανικών Δημοσθένης Α. Σαρηγιάννης.
Για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η αυξημένη ρύπανση τόσο του ατμοσφαιρικού όσο και του αέρα εσωτερικών χώρων προτείνονται, μεταξύ άλλων, αποξήρανση της χρησιμοποιούμενης ξυλείας και άλλων τύπων βιομάζας, επιδότηση της συντήρησης τζακιών και καυστήρων βιομάζας, έλεγχος ποιότητας και πιστοποίηση των μπρικετών και των πέλετς βιομάζας ώστε να αναπτυχθεί η αγορά της βιομάζας για ενέργεια ορθολογικά, χωρίς να αυξάνεται η παράνομη υλοτομία.
«Θα πρέπει να σημειωθεί, τέλος, ότι μια επικείμενη αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ για οικιακούς καταναλωτές απειλεί να οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση της άναρχης χρήσης βιομάζας για θέρμανση, επιτείνοντας έτσι τις αρνητικές επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία» καταλήγει ο κ.Σαρηγιάννης.
Η μελέτη του ΑΠΘ εκτιμά μάλιστα ότι το οικονομικό κόστος από την επιβάρυνση της δημόσιας υγείας λόγω των τζακιών αυξήθηκε το 2012 σε σχέση με το 2011 κατά 40 εκατομμύρια ευρώ μόνο για τη μητροπολιτική περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Έρευνες για το θέμα πραγματοποιούνται τώρα και από άλλους ερευνητικούς φορείς όπως η Ακαδημία Αθηνών, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, ο Δημόκριτος, το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Η αποπνικτική ατμόσφαιρα που ενοχλεί τις τελευταίες εβδομάδες τους κατοίκους της Αθήνας και άλλων πόλεων αποδίδεται στην αυξημένη χρήση καυσόξυλων, λόγω της κρίσης και της αυξημένης τιμής του πετρελαίου. Σποραδικές μετρήσεις δείχνουν υπέρβαση των ορίων σε ορισμένες κατηγορίες αιωρούμενων σωματιδίων, ωστόσο μέχρι στιγμής δεν έχουν ανακοινωθεί αποτελέσματα συστηματικών επιστημονικών μελετών.
Η αδημοσίευτη έρευνα του ΑΠΘ, στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος TRANSPHORM για την ατμοσφαιρική ρύπανση και τις επιπτώσεις στην υγεία, είναι μια από τις πρώτες που διερευνά άμεσα το πρόβλημα.
Από το περασμένο καλοκαίρι, οι ερευνητές του εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο Τμήμα Χημικών Μηχανικών πραγματοποίησαν μετρήσεις σωματιδίων σε περίπου 30 σπίτια της Θεσσαλονίκης όπου λειτουργούσαν τζάκια και ξυλόσομπες.
Τα αποτελέσματα δείχνουν μια αύξηση της μέσης συγκέντρωσης σωματιδίων στον αέρα εσωτερικών χώρων ύστερα από μόλις 2-3 ώρες λειτουργίας του τζακιού. Η μέση τιμή για τα σωματίδια με διάμετρο 2,5 μικρόμετρα (PM2,5) υπολογίστηκε στα 50 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα, ενώ το όριο ασφάλειας που θέτει η κοινοτική νομοθεσία είναι μόλις 20 μg/m3. Για τα σωματίδια PM10, η μέση τιμή ήταν 90 μg/m3 με όριο τα 40 μg/m3
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η αύξηση που παρατηρείται στον αριθμό των πιο λεπτόκοκκων σωματιδίων. «Τα υπέρλεπτα αιωρούμενα σωματίδια είναι και τα πιο επικίνδυνα για την υγεία γιατί, λόγω της μικρής τους διαμέτρου, μπορούν να εισχωρήσουν βαθιά στους πνεύμονες» επισημαίνει ανακοίνωση του εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής. Μάλιστα τα μικρότερα από αυτά τα σωματίδια μπορούν να περάσουν από τους πνεύμονες στο αίμα και να προκαλέσουν και καρδιαγγειακά προβλήματα εκτός από αναπνευστικά.
«Αν υπολογίσουμε μάλιστα και το γεγονός ότι πολλοί καταφεύγουν στην καύση ξύλων εμποτισμένων με χημικά, μιλάμε για έγκλημα που γίνεται μέσα στα σπίτια σε βάρος του εαυτού μας αλλά και των ίδιων μας των παιδιών" επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος χημικών μηχανικών Δημοσθένης Α. Σαρηγιάννης.
Για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η αυξημένη ρύπανση τόσο του ατμοσφαιρικού όσο και του αέρα εσωτερικών χώρων προτείνονται, μεταξύ άλλων, αποξήρανση της χρησιμοποιούμενης ξυλείας και άλλων τύπων βιομάζας, επιδότηση της συντήρησης τζακιών και καυστήρων βιομάζας, έλεγχος ποιότητας και πιστοποίηση των μπρικετών και των πέλετς βιομάζας ώστε να αναπτυχθεί η αγορά της βιομάζας για ενέργεια ορθολογικά, χωρίς να αυξάνεται η παράνομη υλοτομία.
«Θα πρέπει να σημειωθεί, τέλος, ότι μια επικείμενη αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ για οικιακούς καταναλωτές απειλεί να οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση της άναρχης χρήσης βιομάζας για θέρμανση, επιτείνοντας έτσι τις αρνητικές επιπτώσεις για τη δημόσια υγεία» καταλήγει ο κ.Σαρηγιάννης.
Η μελέτη του ΑΠΘ εκτιμά μάλιστα ότι το οικονομικό κόστος από την επιβάρυνση της δημόσιας υγείας λόγω των τζακιών αυξήθηκε το 2012 σε σχέση με το 2011 κατά 40 εκατομμύρια ευρώ μόνο για τη μητροπολιτική περιοχή της Θεσσαλονίκης.
Έρευνες για το θέμα πραγματοποιούνται τώρα και από άλλους ερευνητικούς φορείς όπως η Ακαδημία Αθηνών, το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, ο Δημόκριτος, το Πανεπιστήμιο Κρήτης και το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο.
Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ