Ξεφύτρωσε στους δρόμους της πόλης μας [Βόλου] ξαφνικά και σχεδόν από το πουθενά, στην δεκαετία του'80. Ένας λεπτός, ψηλός άντρας απροσδιορίστου ηλικίας, (πριν λίγο καιρό έμαθα ότι είναι στα 82 του πλέον αλλά καθόλου δεν του φαίνεται) που φορούσε, χειμώνα - καλοκαίρι, το ίδιο χακί μπουφάν, έμοιαζε βρώμικος και είχε μακριά μαλλιά. Κυκλοφορούσε στο κέντρο της πόλης, μοίραζε λουλούδια στις γυναίκες (και μοιράζει ακόμη), έλεγε διάφορα ακατανόητα και κάποιες φορές μιλούσε για αγάπη και για Θεό.
Δεν ήξερε κανείς να πει από πού κρατούσε η σκούφια του. Έστειλα -θυμάμαι - έναν συνάδελφο να του πάρει συνέντευξη και βγήκε ένα πολύ όμορφο κομμάτι, όπου όμως ο Φώτης, παρεκτός των φιλοσοφημένων θέσεών του, που βασίζονταν στο "αγαπάτε αλλήλους", δεν μας είχε διαφωτίσει σχετικά με την καταγωγή του.
Η μόνη πληροφορία που αποκτήσαμε από κείνη την συνέντευξη ήταν πως έμενε σε μια σπηλιά, στον λόφο της Γορίτσας (περιοχή αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, στην άκρη της πόλης).
Όσο περνούσαν τα χρόνια, τόσο ο Φώτης γινόταν κάτι σαν εκ των ων ουκ άνευ της πόλης.
Τον γνώριζαν όλοι πια, έμπαινε στα καταστήματα, έλεγε "καλημέρα" και ευχές, άφηνε ένα κέρμα για το καλό και φεύγοντας έλεγε "Να αγαπάτε. Ακούτε; Μόνο αγάπη."
Οι άνθρωποι άρχισαν ολοένα και λιγότερο να τον θεωρούν μουρλό. Μετά σταμάτησαν να τον λένε και παράξενο.
Ήταν και είναι απλά ο Φώτης, κάτι σαν ξωτικό, σαν δια κάτι σαλός (μερικοί λένε πως δια τον έρωτα γυναικός παρεφρόνησε αλλά εμένα μου μοιάζει σαν πολύ στα καλά του).
Μια εποχή τον βρήκα να μένει κάτω από το σκέπαστρο ενός ξωκκλησιού στην Πορταριά. Μου είπαν πως τούτο το ενδιαίτημα τον φιλοξένησε για καναδυό χρόνια.
Ο ναίσκος είναι των Ταξιαρχών -δεν ορκίζομαι ότι είχε παρτίδες με τους Αρχαγγέλους-.
Όμως το ξανασκέφτηκα όταν τον συνάντησα -ανήμερα της γιορτής των Αγγέλων- και μου είπε πως στους δρόμους της πατρίδας μας κυκλοφορούν εκατομμύρια άγγελοι. (Το αναφέρω στο δημοσίευμά μου "Εκατομμύρια άγγελοι".....).
Ο τωρινός τόπος διαμονής του είναι έξω από την πόλη, σε ένα παράπηγμα μέσα στο κτήμα κάποιου, στην περιοχή Κογιάτικα (μετά τον οικισμό Φυτόκο).
Με τον καιρό, το μόνο που άλλαξε είναι ότι δεν φορά πια εκείνο το χακί μπουφάν, "πλούτισε" και ό,τι του δίνουν το δίνει ελεημοσύνη, μιλάει περισσότερο -λέγοντας πάντα όμως ό,τι γουστάρει και μόνον, το ύφος του προσδιορίζεται πλέον ως ενός αγαπημένου ανθρώπου και αυτές τις μέρες ρυθμίζει την κυκλοφορία, σε μια διασταύρωση πίσω από τον μητροπολιτικό ναό.
Είναι δίπλα το γραφείο μου και τον άκουσα ένα μεσημέρι να φωνάζει: "Μπορείς, μπορείς, πάτα γκάζι, φύγε. Ευχαριστώ. Καλά Χριστούγεννα. Ευλόγησον. Ευλόγησον." Βγήκα στο μπαλκόνι και τον είδα να σταματά αυτοκίνητα για να περάσουν άλλα και είδα τους οδηγούς όλους χαμογελαστούς (πρώτη φορά είδα τόσους ανθρώπους μαζεμένους, να χαμογελούν αλλά και να υπακούν σε παραγγέλματα).
Ανάμεσα στις κουβέντες που έχουμε ακούσει απ' αυτόν είναι πως δεν του λείπει τίποτε, πως ο άνθρωπος αν αγαπά είναι πλήρης, πως για να ζήσουμε, θέλουμε μόνο τον Θεό. Δεν κάνει διδασκαλία. Περπατάει στους δρόμους και μονολογεί, σαν να είναι μόνο αυτός και ο εαυτός του. Ξέρει ότι τον ακούμε και μεις αλλά δεν δείχνει να τον ενδιαφέρει. Μοιάζει σαν να εκτελεί κάποιο καθήκον...Κήρυκος ίσως, σε μια πόλη ανθρώπων με κουρασμένες ακοές που μόνο το αλλόκοτο και μη συμβατικό, μπορεί να κάνει το ους τους ευήκοον....
Καμιά φορά λέει "γεια σου ομορφούλα, να χαίρεσαι την ομορφιά σου" και ξαναθυμόμαστε τα αγόρια που σφύριζαν κάτω από αρχαία παράθυρα, άλλοτε πάλι το ακούμε σαν "Χαίρε κεχαριτωμένη" που δεν μας ανήκει αλλά πιστοποιεί την χαμένη ομορφιά της καθαυτής γυναικός (που διασώθηκε μετά την Εύα).
Όπως και νάχει, ο Φώτης δεν ορίζεται, δεν χαρακτηρίζεται, δεν ανήκει, δεν υπόκειται, δεν περιορίζεται. Μόνη εξαίρεση, ένα απόγευμα που τον είδα να κάθεται μαζεμένος και αμίλητος στα σκοτάδια του ναού, μετά τον εσπερινό. Κοίταζε την Πλατυτέρα συνέχεια και δεν έδινε σημασία στον κόσμο που μπαινόβγαινε για ένα κεράκι. Όταν είδε τον ιερέα σηκώθηκε, είπε "την ευχή σου πάτερ" και έκανε μία υπόκλιση.
Βρήκα την ευκαιρία και του είπα "καλησπέρα Φώτη" και κείνος μόνο κούνησε το κεφάλι προς τα κάτω και αυτό ήταν όλο. Μετά ξαναγύρισε στην θέαση της Πλατυτέρας.
Εγώ έφυγα, ο Φώτης έμεινε. Πού ακριβώς και με ποιούς έμεινε, Κύριος οίδε...
Η φτώχεια σαν... επιλογή...
Το ήθος που χάνεται.
Προχθές το μεσημέρι ήταν... Γύριζα στο σπίτι μου μετά από μια μέρα δουλειάς, με το αυτοκίνητο γεμάτο παιδιά και το κεφάλι μου γεμάτο μέριμνες,προβλήματα και πονοκέφαλο... Είχα βγει από την πόλη και κοντά στα πρώτα χωράφια είδα από μακριά μια γνώριμη φιγούρα... Πριν φτάσουμε,ένα χαμογελαστό πρόσωπο μας χαιρετούσε... Ο Φώτης... Για το Φώτη σας έχω μιλήσει και σε προηγούμενη ανάρτηση... Για την απλότητα και την ταπεινότητά του... Προχθές όμως κι άλλη μια βεβαιότητα απέκτησα γι' αυτόν... Αυτή της ανατρεπτικότητας της ζωής του...
Σταμάτησα το αυτοκίνητο και πιάσαμε την κουβέντα για λίγη ώρα...Με ρώτησε με πραγματικό ενδιαφέρον για όλα τα μέλη της οικογένειάς μου και μου έδωσε συμβουλές γεμάτες σοφία...
Κατόπιν τον αποχαιρέτησα και μπήκα στο αυτοκίνητο να φύγω... Ο Φώτης δεν κρατούσε τίποτα στα χέρια του... Ενώ όσα χρόνια τον ξέρω περπατάει κρατώντας μια πλαστική σακούλα, τον τελευταίο καιρό κυκλοφορεί χωρίς αυτή, με άδεια χέρια... Πριν λοιπόν ξεκινήσω, ανοίγει τη χούφτα του όπου κρατούσε λίγα κέρματα, βγάζει και αφήνει στη θέση του συνοδηγού ένα ευρώ... "Να πάρεις στα παιδιά μια σοκολάτα από εμένα" μου είπε...
Πρέπει να σας πω ότι αυτό ο Φώτης το κάνει συχνά... Το να μοιράζει λεφτά εννοώ... Και σε εμένα και σε πολλούς άλλους... Πριν λίγο καιρό σε συζήτηση που είχαμε στην τάξη, γεμάτος απορία ένας μαθητής μου μου διηγήθηκε ανάλογο περιστατικό: "Κυρία, στο δρόμο προχθές περπατούσα με τη μητέρα μου και ένας φτωχός μας έδωσε λεφτά!"....
Έψαξα στο αυτοκίνητο να βρω κάτι να του δώσω σαν ανταπόδοση της καλοσύνης του (όχι τόσο για τα λεφτά όσο από αγάπη και ευγνωμοσύνη για τις συμβουλές που κάθε φορά μου δίνει) και βρήκα μόνο ένα μικρό σακουλάκι με στραγάλια και σταφίδες... Του το πρόσφερα... Πήρε δυο σταφίδες και αρνήθηκε να πάρει το σακουλάκι... "Θα περπατήσω και θα με βαραίνει" μου είπε...
Κίνησε να φύγει... Μια φιγούρα ξερακιανή, λίγο σκυφτή από τα χρόνια, αλλά ανάλαφρη, σα να πετούσε... Καθόμουν και τον παρακολουθούσα, με τη βεβαιότητα πως είχα το προνόμιο να παρακολουθώ τον πιο ελεύθερο άνθρωπο της γης και ταυτόχρονα τον πιο ανατρεπτικό... Χωρίς τίποτα στα χέρια του, μόνο μια χούφτα κέρματα για να τα μοιράσει...
Δεν το βλέπω από την πλευρά της αγιότητας - που σίγουρα θα μπορούσα να το δω κι έτσι... Σκεφτόμουν καθώς τον έβλεπα να απομακρύνεται τις τόσες επαναστάσεις που έχουν γίνει στα πλαίσια της ταξικής πάλης για την διεκδίκηση ενός κόσμου δικαίου, από ανθρώπους ιδεολόγους (έχω πολλούς τέτοιους φίλους), το αίμα που έχει χυθεί, τη βία για μικρές κατακτήσεις, τους τόνους από μελάνι για την περιγραφή τρόπων ανατροπής της καθεστηκυίας τάξης και την εγκαθίδρυση συστημάτων δικαιότερων τα οποία -κατά κανόνα- ανατρέπονται στην πράξη... Όμως πουθενά στον κόσμο οι τόσοι άνθρωποι δεν κατάφεραν να κάνουν την επανάσταση πράξη όπως ο Φώτης, που έχει... επιλέξει τη φτώχεια...
Δεν υπάρχει ανατρεπτικότερη πράξη από το να επιλέγεις να μοιράζεις λεφτά τα οποία εσύ - σύμφωνα με την κρατούσα άποψη - χρειάζεσαι περισσότερο από αυτούς στους οποίους τα δίνεις... ["Ν": αυτό ακριβώς είναι το πνεύμα των ορθόδοξων ασκητών, που, αφού έχουν το Χριστό, δε χρειάζονται τίποτ' άλλο].
Ούτε επαναστατικότερη από το να μην ανέχεσαι ούτε λεπτό να σε βαραίνει κάτι που δεν σου είναι απολύτως απαραίτητο (ανάλογη αυτής του Διογένη του κυνικού φιλοσόφου, ο οποίος πέταξε το μόνο περιουσιακό του στοιχείο, την κούπα με την οποία έπινε νερό, όταν είδε κάποιον να πίνει νερό με τα χέρια του)...
Το σύστημα -έχω σιγουρευτεί πια- δεν μπορεί να νικηθεί από μέσα... Μπορεί μόνο να αχρηστευθεί αν κανείς δεν μπλεχτεί στα γρανάζια του... Γι αυτό μόνο οι άνθρωποι που καταφέρνουν να ζουν έξω από το σύστημα μπορούν να το νικήσουν... Οι υπόλοιποι το χρειαζόμαστε, γι' αυτό εύκολα μας εκβιάζει. Σκεφτείτε πόσο γρήγορα θα κατέρρεε ένα σύστημα καπιταλιστικό αν κανείς δεν χρειάζονταν και δεν αγόραζε τα κάθε λογής σκουπίδια που του πλασάρει.
Αν όλοι αγόραζαν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, τα όντως απαραίτητα και όχι όσα μας φαίνονται απαραίτητα... Κι αυτό αποδεικνύεται αν σκεφτεί κανείς σε τι μπορεί να επηρεάσει η οικονομική κρίση έναν άνθρωπο σαν το Φώτη... Τρώει πολύ λίγο, σαν πουλάκι, και ποτέ δεν συσσωρεύει την τροφή του σε ψυγεία, κελάρια και καταψύκτες όπως οι περισσότεροι από εμάς... Γιατί ο άνθρωπος χρειάζεται λιγοστό θρεπτικό φαγητό για να ζήσει και φυσικά καθόλου απαραίτητα δεν του είναι τα κάθε λογής σκουπίδια που το σύστημα του πασάρει σαν – τάχα - απαραίτητα για την κάλυψη των αναγκών του (λίγα χόρτα, μια φέτα ψωμί και μια χούφτα ξηροί καρποί είναι - σύμφωνα με τους υγιεινιστές - μια πλήρης τροφή)..
Αυτή είναι η ιστορία μιας εξέχουσας παρουσίας του Βόλου για 3 και πλέον δεκαετίες,ας μάθουμε όλοι από αυτόν τον επαναστατικό άνθρωπο και ας αναλογιστούμε,τι πραγματικά έχει νόημα στη ζωή μας...